«Το Χειρόγραφο» και «Τρεις μήνες και μια μέρα», του Κυριάκου Δημητρίου

Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Κυριάκος Δημητρίου είναι ένας σπουδαίος συγγραφέας, με δυνατή πέννα και μοναδικές ιδέες. Έχει γράψει ήδη έντεκα βιβλία από το 2008 μέχρι σήμερα. Διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και περιέργεια ομολογουμένως, δύο από τα βιβλία του: «Το Χειρόγραφο» (2016) και μετά το «Τρεις μήνες και μία μέρα» (2016). Μ’ εντυπωσίασε η μαεστρία με την οποία συντάσσει τα κείμενά του, η υπέροχη χρήση της ελληνικής γλώσσας που αφήνει να διαφανεί η μεθοδική ενασχόλησή του με τις λέξεις καθώς και η λεπτομερής έρευνα που έκανε για τον Πλάτωνα και την τεράστια κληρονομιά που μας άφησε.

Τα δύο βιβλία προσομοιάζουν σε πολλά σημεία και μάλιστα, ένα μέρος της ιστορίας γεφυρώνει τις δύο νουβέλες χωρίς όμως η μία ν’ αποτελεί συνέχεια της άλλης. Οι δύο ιστορίες εξελίσσονται στο Λονδίνο του 19ου αιώνα. Οι περιγραφές, μέσα από τα μάτια φοιτητών/ερευνητών της κλασικής ιστορίας και λογοτεχνίας, είναι τόσο ζωντανές που ο αναγνώστης νιώθει τον κρύο καιρό του Λονδίνου, βλέπει τα δέντρα να λυγίζουν από τον δυνατό άνεμο και βιώνει τις μεταφυσικές εμπειρίες των πρωταγωνιστών με πνευματικούς ανθρώπους του παρελθόντος.

Στο «Χειρόγραφο» πρωταγωνιστής είναι ο ερευνητής Γκέιλ Έλιοτ που αφοσιώνεται στη μελέτη ενός ξεχασμένου φιλοσόφου του 19ου αιώνα και εν τέλει, αφομοιώνεται από τον ήρωα σε μια ανατριχιαστική εμπειρία∙ απαρνήθηκε το χειρόγραφό του κι έχασε τη μοναδική γυναίκα που αγάπησε ποτέ.

«Ο πάστορας σηκώθηκε από την καρέκλα του για να φύγει, το πρόσωπό του φωτίστηκε από τη λάμπα της οροφής, γυάλιζε λιπαρό, ιδρωμένο. «Δεν είναι η τρέλα η αιτία, κύριε Έλιοτ.

Στο κάτω κάτω της γραφής, τι είναι η ‘τρέλα’; Η τρέλα μπορεί να είναι η κρυφή δύναμη που οδηγεί τη φαντασία να σπάει την κρούστα της ψυχρής λογικής που ταξιδεύει τη νόηση άναρχα,

ακανόνιστα στ’ όνειρο, που συντρίβει τις αλυσίδες της μονοτονίας, που τετραγωνίζει τον κύκλο.

Φτάνει ν’ αντέχει ο νους τη δοκιμασία του ταξιδιού, να μην ραγίσει τ’ όνειρο.»

(Το Χειρόγραφο)

Στους «Τρεις μήνες και μία μέρα» ένας φοιτητής φιλοσοφίας φτάνει σ’ ένα παλιό βικτωριανό κτίριο, όπου βιώνει μία παράδοξη περιπλάνηση στο παρελθόν. Είναι εντυπωσιακή η σκηνή που ο πρωταγωνιστής κατεβαίνει σε μία κρύπτη ενός παλαιοβιβλιοπωλείου για ν’ ανακαλύψει σπάνια χειρόγραφα που ο πατέρας του βιβλιοπώλη διατηρούσε πριν πεθάνει.

«Ένας υπόγειος θάλαμος κάτω από το δάπεδο της κατακόμβης!

Μια λαξευμένη κρύπτη βιβλίων κάτω από εκείνη την κατακόμβη που προστάτευε τους ανθρώπους από τους ανελέητους βομβαρδισμούς. Βιβλία, ασάλευτα τόσα χρόνια, ανέγγιχτα, αθώρητα, θαμμένα στην απόλυτη σιωπή και στο βαθύ σκοτάδι, σαν νεκροί.

Ο Άδης.

Κατηφόρισα μηχανικά, σαν υπνωτισμένος, τη λεωφόρο Γκίλφορντ. Δεν άκουγα το παραμικρό, δεν ένιωθα το ψιλό χιόνι που έπεφτε απαλά στο κεφάλι μου, γινόταν νερό, ατμός, γλιστρούσε στον σβέρκο μου και κυλούσε καμπυλωτά στη ράχη μου – δεν σκεφτόμουν τίποτε άλλο.

Όλο μου το είναι ζούσε πια για εκείνη την καταπακτή. Η ψυχή μου είχε μείνει στο υπόγειο βιβλιοπωλείο και θα καρτερούσε το σώμα μου να επιστρέψει για εκείνη τη μεγαλειώδη κατάβαση στη λαξεμένη κρύπτη.»

(Τρεις μήνες και μία μέρα)

Όλα τα πιο πάνω, ο Κυριάκος Δημητρίου εκτός από του να τα γράφει με τέχνη και ταλέντο, χρησιμοποιεί και πολυτονικό, σαν να κεντά τη γλώσσα μας.

Το ταξίδι μου στον κόσμο του συγγραφέα θα συνεχιστεί με τα υπόλοιπα βιβλία του που ήδη έχω στα χέρια μου.

@MariannaFlorou 2022 All rights reserved

Προσθέστε σχόλιο

Your email address will not be published. Required fields are marked *